Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Lacrima Cristi

   Τη "Σκιά" την απέκτησα πριν από δυο χρόνια. Δε μου στοίχισε και πολλά μιας και επρόκειτο για ένα ιταλικό αντίγραφο τουριστικής χρήσης, το οποίο αφού επιτέλεσε το σκοπό του για σαράντα περίπου χρόνια εκτελώντας σύντομες θαλάσσιες διαδρομές, διοργανώνοντας φολκλορικές εκδηλώσεις και σερβίροντας καφέ όντας πλωτή καφετέρια στα τελευταία του, περιήλθε στα χέρια μου σε μαύρο χάλι. Εκείνο που ενίσχυσε την απόφαση να το αγοράσω ήταν η ιστορία του πρωτότυπου πλοίου, μιας ισπανικής καραβέλας του 17ου αιώνα. Ιδού λοιπόν η ιστορία της:

   Γύρω στα μέσα του 17ου αιώνα, ένας νεαρός αλλά πολύ δυναμικός και ικανότατος φραγκισκανός καλόγερος τέθηκε από την ισπανική εκκλησία επικεφαλής μιας ιεραποστολικής ομάδας, με προορισμό τη Νέα Ισπανία (το σημερινό Νέο Μεξικό) και σκοπό να προχωρήσει με ταχύτερους ρυθμούς στον εκχριστιανισμό των αυτόχθονων λαών. Μια αποστολή ιδιαίτερα επικίνδυνη, αφού πολλοί ιεραπόστολοι είχαν χάσει με άγριο τρόπο τη ζωή τους, καθώς οι αυτόχθονες αρνούνταν να εγκαταλείψουν τις λατρευτικές τους παραδόσεις και αντιστέκονταν λυσσαλέα.
   Ο φραγκισκανός καλόγερος, του οποίου το όνομα πουθενά δεν αναφέρεται από τη μεριά της Εκκλησίας, ευθύς μόλις πάτησε το πόδι του στις αποικίες, εγκαταστάθηκε στη Σάντα Φε και γρήγορα η φήμη του απλώθηκε σε όλη τη Νέα Ισπανία, μια φήμη ωστόσο με πολλές σκιές ως προς τις μεθόδους που χρησιμοποιούσε για να εκπληρώσει την αποστολή του και που στηρίζονταν στη βία και την τρομοκρατία κατά των ντόπιων.
   Όσο περνούσε ο καιρός τόσο συνέχιζε ο καλόγερος να επιβάλει, με την ίδια ένταση, το ιερό έργο του και συχνά χανόταν για μήνες πολλούς ανάμεσα στις φυλές των ινδιάνων ριψοκινδυνεύοντας την ίδια του τη ζωή. Αλίμονο όμως! εκείνο που τελικά ριψοκινδύνευε ήταν η καθαρή κι εξαγνισμένη  ψυχή του, την οποία, όπως κυκλοφορούσε αργότερα στους χριστιανικούς κύκλους, την πούλησε στο διάβολο. Σε μια από τις πολύμηνες αποστολές του, γνώρισε, λένε, κι ερωτεύτηκε παράφορα μια πανέμορφη ινδιάνα, την Πόλι Μα, από μια φυλή της εθνότητας των Πουέμπλος. Τέτοιο ήταν το πάθος του, που για χάρη της τα εγκατέλειψε όλα, απαρνήθηκε τη μέχρι τότε ζωή του κι έγινε ένα με τους αυτόχθονες. Γνώρισε κι ασπάστηκε τις παραδόσεις τους κι αγωνίστηκε στο πλευρό τους ενάντια στους Ισπανούς κονκισταδόρες, που εντείνανε τις ωμότητες και τα βασανιστήρια κατά των ντόπιων πληθυσμών. Σύντομα η (νέα) φήμη για τη δράση του έφτασε μέχρι την Ισπανία προκαλώντας το μένος της καθολικής εκκλησίας. Με εντολή του επισκόπου Αλόνσο ντε Χοσάδα ξεκίνησε ένα ανθρωποκυνηγητό  ώστε να βρουν τον πρώην καλόγερο και να τον σκοτώσουν.
   Εκείνος προκειμένου να ηρεμήσουν τα πνεύματα και να σταματήσουν οι σφαγές κατά των ινδιάνων εγκατέλειψε μαζί με την αγαπημένη του τη Νέα Ισπανία και για ένα δυο χρόνια χάθηκαν τα ίχνη τους.
   Τότε ήταν που εμφανίστηκε ένα πειρατικό κάνοντας επιδρομές στα χριστιανικά πλοία που μετέφεραν όπλα, προμήθειες κι εξοπλισμό στις αποικίες κουρσεύοντας τα και μοιράζοντας τη λεία στους αυτόχθονες λαούς της Κεντρικής και Βόρειας Αμερικής για την ενίσχυση του αγώνα απελευθέρωσης τους. Το συγκεκριμένο πλοίο, μια τρικάταρτη καραβέλα, λένε πως ήταν η "Madre de Misericordia" η ισπανική καραβέλα που είχε μεταφέρει το φραγκισκανό καλόγερο στην Αμερική και που είχε πέσει στα χέρια των αυτόχθονων. Τώρα είχε βαφτεί μαύρη με κατακόκκινα πανιά και είχε μετονομαστεί σε "Lacrima Cristi". Το πλήρωμα του αποτελούνταν αποκλειστικά από ιθαγενείς. Οι Ισπανοί αμέσως κατάλαβαν πως επρόκειτο για το φραγκισκανό μοναχό, που είχε μεταφέρει τον αγώνα στη θάλασσα. Το θεώρησαν μεγάλη βλασφημία και πρόκληση να χρησιμοποιήσει το όνομα του Χριστού, του Κυρίου που ο ίδιος είχε προδώσει. Για ποιο λόγο επέλεξε αυτό το όνομα που πρόδιδε την παρουσία του, κανείς δε γνωρίζει. Μήπως επεδίωκε να κοντραριστεί με την Εκκλησία προκαλώντας συνειδητά την οργή της; Μήπως κραύγαζε με αυτό το όνομα πόσο αδύναμος είναι ο άνθρωπος μπροστά στον πόνο, στο πάθος, σε συναισθήματα που τον καθοδηγούν ή τον καταβάλουν, τον φωτίζουν ή τον τσακίζουν; Τι βρίσκεται πιο κοντά στο θείο, δηλαδή την ανθρώπινη υπέρβαση; η στέρηση, ο διαχωρισμός, η καταπίεση των ανθρώπινων συναισθημάτων από μια καθορισμένη πνευματικότητα ή η απελευθέρωσή τους, η εκτόνωσή τους, η εξαΰλωσή τους; Μήπως κατοικεί στην ανθρώπινη ψυχή ένα θηρίο και τρέφεται με τα πάθη της, ξεδιψά με τις αγωνίες της; Αν δε το ταΐσεις το νικάς, αν δε το ποτίσεις το ψοφάς. Και τότε τι μένει; ένα άδειο κουτί, ένα κουφάρι, μια άδεια ζωή.
    Για έναν ολόκληρο χρόνο τον αναζητούσαν μάταια στις ανοιχτές θάλασσες και στα λιμάνια της ανατολικής Αμερικής. Πόσες φορές στην Ιστορία στις πιο μεγάλες πράξεις δεν κρύβεται το πιο άδοξο τέλος! Σε κάποιο λιμάνι του Μεξικού, όπου ο καλόγερος, "το Πυρωμένο Σίδερο", όπως τον αποκαλούσαν οι δικοί του, είχε κατεβεί με δυο άντρες του, κι οι τρεις μεταμφιεσμένοι μιας και βρίσκονταν για άλλη μια φορά στο στόμα του λύκου, μετά από προδοσία ενός ισπανόφιλου κρυπτοχριστιανού ινδιάνου, οι Ισπανοί στρατιώτες τους έστησαν καρτέρι, τους έπιασαν και τους αποκεφάλισαν. Λέγεται πως το κεφάλι του καλόγερου κοσμούσε το γραφείο του διοικητή της Νέας Ισπανίας στη Σάντα Φε, ωστόσο πολλά χρόνια αργότερα, όταν εκδιώχθηκαν οι Ισπανοί, δε βρέθηκε τίποτα.
   Από τότε η Πόλι Μα, αλλόφρονη, γύριζε τις θάλασσες κουρσεύοντας όποιο χριστιανικό πλοίο συναντούσε είτε εμπορικό είτε πολεμικό σφαγιάζοντας το πλήρωμά του. Κανένας δεν μπορούσε να τα βάλει μαζί της και λένε πως ούτε η θάλασσα δε μπόρεσε να δαμάσει την οργή της, να σβήσει τη φωτιά του μίσους και της εκδίκησης που έκαιγαν τα σωθικά της, ώσπου ένας ανεμοστρόβιλος σήκωσε ψηλά το πλοίο εξαφανίζοντας το.
   Πολλοί μέχρι σήμερα, έχοντας ακούσει το θρύλο του φραγκισκανού καλόγερου, του "Πυρωμένου Σίδερου" των αυτόχθονων, αναζήτησαν το εξαφανισμένο πλοίο, που στο μεταξύ η ανθρώπινη έξαψη και φαντασία είχε γεμίσει τ' αμπάρι του με θησαυρούς αμύθητους. Κανείς δε γνωρίζει αν υπήρξε στ' αλήθεια, αν τσακίστηκε στα βράχια κάποιας απόκρημνης ακτής, αν το κατάπιε ο μαύρος ωκεανός, αν έπεσε στη δίνη του ανεμοστρόβιλου. Και κανείς δε θα μάθει ποτέ. Αυτό άλλωστε δεν είναι ο θρύλος; η αποθέωση της υπέρβασης του ανθρώπινου μέτρου; ή μήπως είναι απλά μια συγκυριακή σύγχυση της Ιστορίας; ή μήπως πάλι είναι η αστερόσκονη που κατακάθεται σε ένα πρόσωπο, τυλίγοντας τη ζωή του, τη δράση του, τους ανθρώπους που τον περιέβαλαν, τα πρόσωπα που αγάπησε, τα πράγματα που άγγιξε και ξαφνικά όλα αυτά σηκώνονται πάνω απ' τη θάλασσα, πάνω απ' το χρόνο, ταξιδεύοντας στην αιωνιότητα;




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου