Κυριακή 29 Ιουλίου 2012

σκορπιός και βάτραχος

Η σχέση ανάμεσα στο γερο- Διαμαντή και στο Φτερό ήταν ιδιαίτερη. Πίσω από τις συνεχείς κόντρες τους, που τις δικαιολογούσε απόλυτα το χάσμα των γενεών, κρυβόταν μια αληθινή εξάρτηση. Ο γερο- Διαμαντής,μαθηματικός που τα παράτησε γιατί όπως χαρακτηριστικά έλεγε "το εκπαιδευτικό σύστημα είναι έτσι δομημένο ώστε να παράγει φυτά κι όχι σκεπτόμενους πολίτες με κριτική στάση", χήρος, με δυο κόρες με τις οποίες έχει διακόψει εδώ και χρόνια τις σχέσεις λόγω κληρονομικών, έβλεπε ίσως στον πιτσιρικά το εγγόνι που του είχαν στερήσει. Του άρεσε και καμάρωνε αυτό το ατίθασο κι ανυπότακτο παιδί, γεμάτο ενέργεια και δίψα για τη ζωή, βγαλμένο λες από μυθιστόρημα του Τουαίην.
Αλλά κι ο Σπύρος, το Φτερό, ένα δεκαπεντάχρονο ψηλό αγόρι, από φτωχή οικογένεια με πατέρα άνεργο και αλκοολικό και μητέρα που έκανε μεροκάματα σαν καθαρίστρια όπου κι όποτε έβρισκε, τρελαινόταν να τσιγκλάει και να προκαλεί το γέροντα. Όσο κι αν έδειχνε πως τον ενοχλούν οι ιστορίες και οι παρατηρήσεις του,  κατα βάθος του άρεσαν, τις άκουγε, τον άκουγε και τον υπολόγιζε. Ίσως και να έβλεπε στο πρόσωπό του το νηφάλιο πατέρα ή το σεβάσμιο παππού, ένα λιμάνι γνώσης και σοφίας στο οποίο επέστρεφε συχνά από τις ατέλειωτες περιπλανήσεις του στους δρόμους της πόλης. Ό,τι σημαντικό, παράξενο ή συνταρακτικό συνέβαινε εκεί πέρα, στον πρώτο που το έλεγε ήταν ο γερο-Διαμαντής.
- Αλλάζουν τα πράματα,γέρο! του φώναξε καθώς ανέβαινε στη "Σκιά".
- Ένα γερό χέρι ξύλο θα φας, αν με ξαναπείς έτσι.
- Δε σ' ενοχλεί αυτό, αλλά που αλλάζουν τα πράματα. Το Φτερό πήδηξε γελώντας στο κατάστρωμα και κατευθύνθηκε προς το γερο- Διαμαντή που καθόταν όπως πάντα στην πλώρη. "Πάνε τα παλιά κόμματα, έρχεται νέο αίμα που θα αλλάξει τα πράματα. Αυτό συζητάνε όλοι στην πόλη." Ήταν η περίοδος λίγο πριν γίνουν εκλογές στη χώρα.
Ο γερο- Διαμαντής δεν απάντησε. Τράβηξε το καλάμι κι έπιασε το αγκίστρι.
- Δε θα το σχολιάσεις;
- Ο τρόπος μου σε εκνευρίζει, απάντησε ο γέρος δολώντας το αγκίστρι του.
Το Φτερό χτύπησε με το χέρι το κούτελό του μου μουρμουρίζοντας: "ωχ πάλι ιστορία!"
Ο γέρος τίναξε το καλάμι ρίχνοντας το δολωμένο αγκίστρι στο νερό, ενώ παρέμεινε σιωπηλός.
-Καλά, άντε, λέγε να τελειώνουμε, έκανε με δυσφορία το Φτερό κοιτάζοντας αφηρημένα προς τα κει που έπεσε το αγκίστρι.
Ο γερο- Διαμαντής δίχως να στρέψει το κεφάλι προς το μέρος του άρχισε:


Το λοιπόν, κάποτε  ένας σκορπιός στεκόταν στην όχθη του ποταμού σκεφτικός γυρεύοντας έναν τρόπο να περάσει στην απέναντι όχθη μιας και δεν ήξερε κολύμπι. Δεν πέρασε ώρα πολλή και φάνηκε ένας βάτραχος. Αμέσως ο σκορπιός τον φώναξε και τον παρακάλεσε:
- Βάτραχε, μπορείς να με περάσεις απέναντι επειδή εγώ δεν ξέρω να κολυμπώ;
Ο βάτραχος στην αρχή ξαφνιάστηκε μα γρήγορα συνήλθε:
- Σκορπιέ, αυτό  δε γίνεται, γιατί εσύ μόλις σε βάλω στην πλάτη μου θα με τσιμπήσεις.
- Μα όχι! έκανε ζωηρά ο σκορπιός, μα όχι! αν σε τσιμπήσω θα πεθάνεις και τότε θα πνιγούμε κι οι δυο!
Ο βάτραχος πείστηκε, πήρε το σκορπιό στην πλάτη του και άρχισε να διασχίζει τον ποταμό.
Δεν πέρασε ωστόσο ώρα πολλή κι ο σκορπιός ξαφνικά τσιμπάει το βάτραχο. Εκείνος γεμάτος απορία, τη στιγμή που βουλιάζανε, στρέφεται και του λέει:
- Μα γιατί, αφού θα πνιγείς κι εσύ!
- Το ξέρω, αλλά είναι στη φύση μου! απάντησε ξερά ο σκορπιός.*****

 Ο γερο-Διαμαντής γύρισε και κοίταξε το Φτερό:
-Λοιπόν; πώς σου φάνηκε;
- Μια απ' τα ίδια σα να λέμε ε;
- Είναι τρελό!!! Τα παλιά κόμματα, που λες κι εσύ, θέλουν να μας παράσχουν εξασφαλισμένο μέλλον αν και τα ίδια οδήγησαν τη χώρα στην  καταστροφή.  Τα νέα κόμματα που θέλουν  να μας σώσουν από την καταστροφή στηρίζονται σε φρασεολογία που χαϊδεύει αυτούς που θρέψανε τόσα χρόνια τα παλιά κόμματα και τους απελπισμένους.  Τα νούμερα αλλάζουνε, οι συσχετισμοί των κομμάτων τους, η διαχείριση της εξουσίας δηλαδή το μεγάλο φαγοπότι, αυτά τους καίνε, είναι στο DNA τους κι όχι η σύνθεση ενός νέου αξιακού κώδικα, η δημιουργία μιας νέας πολιτικής συνείδησης. Αν ήταν να πέσουν, ας έπεφταν όχι μόνο τα παλιά κόμματα μα να κατέρρεε όλο το σύστημα που τα εξέθρεψε  κι από τα συντρίμμια του θα ξεπηδούσαν οι υγιείς δυνάμεις.
Το Φτερό κοίταζε αποσβολωμένο το γερο- Διαμαντή. Στο τέλος χαμογέλασε:
-Πρώτη φορά σε βλέπω, γέρο, να τσαντίζεσαι...
- Γέρο να πεις ... έκανε να σηκωθεί ο γερο - Διαμαντής όμως το Φτερό βρισκόταν κιόλας στο κεντρικό κατάρτι.
-Εγώ την κάνω παππούλη...
-Πού πας, ακόμα δεν ήρθες. Όλη την ώρα πας κι έρχεσαι, δεν κάθεσαι και λίγο σε μια μεριά...
- Τι να κάνω, γέρο, είναι στη φύση μου! φώναξε γελώντας το Φτερό την ώρα που κατέβαινε από τη "Σκιά".
Ο γερο-Διαμαντής έβγαλε από την τσέπη την πίπα του, τη δάγκωσε κι ένα πλατύ χαμόγελο φώτισε το ρυτιδιασμένο του πρόσωπο καθώς έβλεπε το Φτερό να απομακρύνεται.